Ο Georges Devereux γεννήθηκε το 1908 στην Τρανσυλβανία, μέρος τότε της Αυστρουγγρικής Αυτοκρατορίας, με το όνομα Gyorgy Dobo. Σε ηλικία 18 χρονών εγκαταστάθηκε στο Παρίσι για να σπουδάσει χημεία, φυσική και μαθηματικά με την Marie Curie και τον Jean Perrin. Μελετώντας παράλληλα τη μαλαϊκή γλώσσα, θα ανακαλύψει το έργο του Levy-Bruhl και του Marcel Mauss, κοντά στον οποίον θα σπουδάσει εντέλει κοινωνική ανθρωπολογία. Το 1933 θα μεταστραφεί (για λόγους ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας) στον Χριστιανισμό και θα πάρει το όνομα Georges Devereux. Χάρη σε μια υποτροφία από το Ίδρυμα Ροκφέλερ, θα μπορέσει να πραγματοποιήσει δύο επιτόπιες έρευνες την ίδια αυτή δεκαετία, με τους Ινδιάνους Μοχάβε στις ΗΠΑ και με τους Σεντάνγκ Μόι στη Γαλλική Ινδοκίνα. Με την απόκτηση του διδακτορικού του στην κοινωνική ανθρωπολογία (το 1935 στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνια με τον Alfred Kroeber), θα ξεκινήσει την ψυχαναλυτική του εκπαίδευση. Μετά τον πόλεμο (στη διάρκεια του οποίου υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό), θα εργαστεί ως ψυχαναλυτής σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα για βετεράνους του πολέμου καθώς και με παιδιά και εφήβους
σε εκπαιδευτικά πλαίσια, ενώ συνεχίζει την εργασία του με τους Μοχάβε· από το 1956 εργάζεται ιδιωτικά ως ψυχαναλυτής στη Νέα Υόρκη. Το 1962, ανταποκρινόμενος σε μια πρόσκληση από τον Levi-Strauss και τον Roger Bastide να διδάξει εθνοψυχιατρική στην Ecole des Hautes Etudes του Παρισιού, επέστρεψε στη Γαλλία όπου και έζησε μέχρι το θάνατό του, το 1985. Επιθυμία του ήταν η τέφρα του να σκορπιστεί πάνω από την περιοχή των Μοχάβε.