"Έχετε κάνει ψυχανάλυση; Τι σας είπε ο ψυχαναλυτής σας;"
"Συμφώνησε μαζί μου, ότι χρειάζομαι θεραπεία. Πιστεύει επίσης ότι η αμοιβή του είναι λογική..."
Παρά τη διάσημη αυτή ατάκα, ο Γούντι Άλεν δηλώνει πως δεν πρέπει να συγχέεται με τους ήρωές του. Είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, που του αρέσει να βολτάρει στους δρόμους της Νέας Υόρκης, ζει μια φυσιολογική ζωή, κοιμάται νωρίς, είναι πειθαρχημένος και σε γενικές γραμμές λειτουργεί καλά. Και ίσως να μην είχαμε ακούσει ποτέ γι' αυτόν, αν ήταν λίγο πιο επιμελής μαθητής...
Αφού τον έδιωξαν από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και από το Σίτι Κόλετζ, ο Γούντι Άλεν άρχισε να ασχολείται επαγγελματικά με το γράψιμο. Έγραφε κείμενα για διάφορους κωμικούς, ώσπου αποφάσισε να γίνει κωμικός ο ίδιος.
Το 1964 εμφανιζόταν σε κάποιο κλαμπ της Νέας Υόρκης, όταν έγραψε το σενάριο για το "What's New Pussycat?" (Χαρέμι για Δύο), που γνώρισε τεράστια επιτυχία. Το 1969 γύρισε την πρώτη δική του ταινία, το Πάρε τα Λεφτά και Τρέχα. Από τότε δεν έπαψε ποτέ να γοητεύει, να αιφνιδιάζει και συχνά να προκαλεί ανεξέλεγκτους σπασμούς γέλιου με μια εντυπωσιακή παραγωγή που ξεπερνά τις τριάντα ταινίες. Ανάμεσά τους οι "Μπανάνες", "Τα Πάντα Γύρω από το Σεξ", "Ο Ειρηνοποιός", "Ο Νευρικός Εραστής", "Μανχάταν", "Σεξοκωμωδία Θερινής Νύχτας", "Ο Ατσίδας του Μπρόντγουεϊ", "Ζέλιγκ", "Οι Χάνα και οι Αδερφές της", "Το Πορφυρό Ρόδο του Καΐρου", "Μέρες Ραδιοφώνου", "Σεπτέμβρης", "Σφαίρες Πάνω από το Μπρόντγουεϊ", "Μυστηριώδεις Φόνοι στο Μανχάταν", "Ακαταμάχητη Αφροδίτη", "Όλοι Λένε Σ' Αγαπώ", "Διαλύοντας τον Χάρι", "Η Κατάρα του Πράσινου Σκορπιού" και "Παίζοντας στα Τυφλά".
Έχει επίσης γράψει τρία θεατρικά, "Μην Πίνετε το Νερό", "Ωραίος και Σέξι" (που μετέφερε και στον κινηματογράφο) και "The Floating Lightbulb", έχει εμφανιστεί σε δικά του έκτακτα τηλεοπτικά προγράμματα, και συνεργαζόταν για χρόνια με το New Yorker και άλλα έντυπα.
Το έργο του πέρασε στην ιστορία του κινηματογράφου, λατρεύτηκε εξίσου από διανοούμενους και εκατομμύρια απλών θεατών και για την ανάλυσή του έχουν ξοδευτεί ποταμοί μελάνης από την κριτική, ωστόσο ο ίδιος φαίνεται να το αντιμετωπίζει εξαιρετικά προσγειωμένα: "Δεν θέλω να μείνω αθάνατος με το έργο μου. Θέλω να μείνω αθάνατος με το να μην πεθάνω".
Παρά την τεράστια φήμη του και την καθολική αναγνώρισή του ως ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς του καιρού μας, ο Γούντι Άλεν παραμένει ένας αξιολάτρευτα συνεσταλμένος άνθρωπος που αισθάνεται άβολα με τη διασημότητα, αν μπορούσε θα 'θελε να 'ναι κάποιος άλλος και τις Δευτέρες παίζει πάντα, όπως και πριν από τριάντα χρόνια, κλαρινέτο με την ορχήστρα του σ' ένα μικρό τζαζ κλαμπ της Νέας Υόρκης.