Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε μεταξύ 460 και 454 π.Χ., στον αττικό δήμο Αλιμούντα (σημερινό Άλιμο). Η γενιά του ήταν αριστοκρατική και λέγεται ότι είχε καταβολές από τη μεριά του πατέρα του στο βασιλικό γένος της Θράκης. Γόνος μιας Αθήνας που βρισκόταν τότε στη μεγάλη ακμή της, είχε την ευκαιρία να σχετισθεί με σημαντικούς ανθρώπους της εποχής του -τον Περικλή, τον Ευριπίδη, τον Γοργία, τον Φειδία, τον Ιπποκράτη... Υπήρξε μαθητής του Αναξαγόρα -λέει η σχετική παράδοση- και του ρήτορος Αντιφώντος. Εξελέγη στρατηγός το 424. Κατηγορήθηκε για την απώλεια της Αμφίπολης και (αυτο)εξορίστηκε στα κτήματά του της Σκαπτής Ύλης της Θράκης, όπου αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη συγγραφή της ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.). Για τη συγκέντρωση στοιχείων επισκέφθηκε τόπους μαχών και πόλεις στην Ελλάδα, στη Μακεδονία, ίσως και στη Σικελία. Στην Αθήνα επέστρεψε μετά το τέλος του πολέμου (404), δεν παρέμεινε όμως για πολύ. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την Ιστορία του, που σταματά στο 411, στο 20ό δηλαδή έτος του πολέμου. Για τον ξαφνικό θάνατό του υπάρχει κάποια ασάφεια -το πιθανότερο είναι ότι πέθανε από ασθένεια. Από την ιδιωτική του ζωή ξέρουμε πως είχε ένα γυιό, τον Τιμόθεο, και μια κόρη, στην οποία ορισμένοι αποδίδουν τη συγγραφή του βιβλίου Η΄ της Ιστορίας του.