Τηλέφωνο Επικοινωνίας 2109802520
Δευτέρα έως Παρασκευή: 10:00 - 20:00 | Σάββατο: 10:00 - 14:30
ΔΩΡΕΑΝ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΑΓΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΑΝΩ ΤΩΝ 25.00 €
Ο Τάκης Μουζενίδης γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1909. Ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς του και το μόνο αγόρι. Στα 1927 συμμετέχει ως δαδοφόρος στις Δελφικές Εορτές και στην ιστορική παράσταση του «Προμηθέα Δεσμώτη» του Άγγελου και της Εύας Σικελιανού στο αρχαίο θέατρο των Δελφών, γεγονός που τον επηρέασε σημαντικά στη μετέπειτα πορεία του. Το 1934 με θίασο ερασιτεχνών ανεβάζει στη Θεσσαλονίκη το έργο «Ντίνα Πέλλη» της Α. Σταθοπούλου Βαφοπούλου πραγματοποιώντας την πρώτη του σκηνοθετική εμφάνιση. Στην Αθήνα σπουδάζει στη Νομική Σχολή και κερδίζοντας μια υποτροφία του Πόντιου Μεγαλέμπορου Πιζάνη, καταφέρνει να σπουδάσει θέατρο στην Ευρώπη. Στα Πανεπιστήμια του Αμβούργου και του Βερολίνου σπουδάζει Ιστορία Θεάτρου, Ιστορία Τέχνης, Δραματολογία και Ψυχολογία. Εκεί εργάζεται ως βοηθός του Γερμανού σκηνοθέτη Jurgen Fehling στο κρατικό Θέατρο του Αμβούργου και το 1937 εκδίδει την πρώτη του μελέτη στα γερμανικά: «Ο Αισχύλος και το θέατρο του». Συνδέθηκε ιδιαίτερα με την πορεία του Εθνικού Θεάτρου (193842 και 1961-74), συνεχίζοντας την παράδοση Πολίτη και Ροντήρη, με αρκετούς όμως δικούς του νεωτερισμούς. Πρωτοδιορίστηκε από τον Μπαστιά για να μην έχει ο Ροντήρης όλο το βάρος της Κρατικής σκηνής στους ώμους του. Ξεκίνησε με επιτυχίες, όπως «Η Ζακυνθινή Σερενάτα» του Ρώμα (1938), Το «Σχολείο κακογλωσσιάς» του Σέρινταν, «Το Κονσέρτο» του Χέρμαν Μπαρ, τα «Δημιουργηθέντα συμφέροντα» του Μπεναβέντε, η «Δωροθέα Άγκερμαν» του Χάουπτμαν όλες με τη γοητευτική παρουσία της Ελένης Παπαδάκη που τη σκηνοθέτησε και σε μία «Αντιγόνη» στο Ηρώδειο (1940). Κατά την τελευταία χρονιά της κατοχής ηγείται του θιάσου Βεάκη Μανωλίδου Παππά Δενδραμή στο Πάνθεον, και μετά την Απελευθέρωση σε μια βραχύβια πρωτοποριακή εξόρμηση (θίασος Αυλαία) παίζοντας τα κλασσικά έργα με ρούχα πρόβας. Το 1945 ιδρύει την πειραματική σκηνή Αυλαία που φιλοξενείται στο θέατρο της Κοτοπούλη-Ρεξ. Εκεί, ο Μάνος Κατράκης ερμηνεύει για πρώτη φορά μεγάλους ρόλους. Το 1948 σκηνοθετεί την πρώτη και μοναδική του κινηματογραφική ταινία «Μαντάμ Σουσού» σε σενάριο Δημήτρη Ψαθά και πρωταγωνίστρια τη Μαρίκα Νέζερ. Το 1952 και για τρία χρόνια ιδρύει και διευθύνει την πρώτη σχολή μουσικού θεάτρου στην Ελλάδα. Στα 1955-59 συνεργάστηκε με το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Κατράκη, παρουσιάζοντας θεαματικές υπαίθριες παραστάσεις, όπως το "Φουέντε Οβεχούνα» του Λόπε ντε Βέγκα, το «Χριστός Ξανασταυρώνεται» του Καζαντζάκη σε διασκευή, «ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» κ.α. Στα 1960 ξαναγυρίζει στο Εθνικό με πολλές παραγωγές: «Το σκυλί του Περιβολάρη» του Λόπε ντε Βέγκα, «Μπόρα» του Οστρόφσκι, «Ο Βυσσινόκηπος» του Τσέχωφ, «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Ο' Νηλ, κ.ά. Είναι βασικός συντελεστής στην ίδρυση της Νέας Σκηνής του Εθνικού μαζί με τον αρχιτέκτονα Μάνο Περράκη. Την εγκαινιάζει με το έργο «Το Λεβεντόπαιδο» του Συνγκ στα 1971. Συμμετέχει στα Επιδαύρια με 18 τραγωδίες. Συνολικά τα χρόνια αυτά στο Εθνικό Θέατρο υπογράφει 20 σκηνοθεσίες έργων πρόζας και 18 αρχαίου δράματος, τα οποία παίζονται στην Επίδαυρο, το Ηρώδειο, τη Δωδώνη και σε φεστιβάλ του εξωτερικού. Από το 1975 σκηνοθετεί για το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και το Άρμα Θέσπιδος. Ο Τάκης Μουζενίδης είχε έντονη σκηνοθετική δραστηριότητα και στο εξωτερικό, η οποία περιλαμβάνει κυρίως σκηνοθεσίες αρχαίου δράματος σε Κρατικά Θέατρα στην Τουρκία, τη Βουλγαρία, την Αίγυπτο, σε έξι Πανεπιστήμια των Η.Π.Α., στο Θεατρικό Κέντρο του Ντάλλας και στο κρατικό Θέατρο του Muenster στη Γερμανία. Δίδαξε θέατρο σε όλη την Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική, την Ασία και τη Βόρεια Αφρική, σε Πανεπιστήμια, Θεατρολογικά Κέντρα, και ακαδημίες Θεάτρου. Το σύνολο των παραστάσεων που σκηνοθέτησε ο Τάκης Μουζενίδης προσεγγίζει τα 175 έργα μεταξύ των οποίων δράματα, τραγωδίες, κωμωδίες, μουσικές κωμωδίες, επιθεωρήσεις, όπερες, του ελληνικού, αγγλικού, αμερικάνικου, γαλλικού, γερμανικού, ισπανικού, ιταλικού, νορβηγικού, και ρώσικου ρεπερτορίου. Στην παραστασιογραφία αυτή περιλαμβάνονται έργα των Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Σαίξπηρ, Μολιέρου, Γκολντόνι, Σίλλερ, Γκόρκι, Θερβάντες, Ίψεν, Καλντερόν, Κλάιστ, Λόπε ντε Βέγκα, Μπεναβέντε, Μπρεχτ, Ντοστογιέφσκι, Ο' Νηλ, Οστρόφσκι, Ουάιλντ, Σέρινταν, Σκριμπ, Σω, Τολστόι, Τσέχοφ, Χάουπτμαν, Γιαλαμά, Ιωαννόπουλου, Καζαντζάκη, Καραγάτση, Κορομηλά, Λιδωρίκη, Ξενόπουλου, Ρούσσου, Σακελλάριου, Σκουλούδη, Φωτιάδη, Χορν, Ψαθά και άλλων. Συνεργάστηκε με σπουδαίους καλλιτέχνες της προηγούμενης γενιάς: Βεάκη, Γιαννίδη, Γληνό, Κυβέλη, Κοτοπούλη, Νέζερ, Παππά, Παπαδάκη, Αρώνη, Βαλάκου, Βόκοβιτς, Ηλιόπουλο, Καλουτά, Κα Κατερίνα, Κατράκη, Κατσέλη, Κωνσταντάρα, Κωτσόπουλο, Μανωλίδου, Σταυρίδη, Συνοδινού, Τζόγια, Χατζίσκο, Χατζηαργύρη. Συνεργάστηκε επίσης με τους σκηνογράφους-ενδυματολόγους Ανεμογιάννη, Βακαλό, Βασιλειάδη, Βασιλείου, Καρύδη, Κλώνη, Μαντούδη, Πάτσα, Πετρόπουλο, Στεφανέλλη, Φωκά, Φωτόπουλο καθώς επίσης και με τους μουσικοσυνθέτες Αδάμη, Βασιλειάδη, Ευαγγελάτο, Θεοδωράκη, Κουνάδη, Κουρουπό, Μαμαγκάκη, Παλλάντιο, Πονηρίδη, Ριτσιάρδη, Σακελλαρίδη, Σισιλιάνο, Τερζάκη, Χατζιδάκι. Η δραστηριότητα όμως του Τάκη Μουζενίδη δεν περιορίζεται στη σκηνοθεσία θεατρικών έργων και τη διδασκαλία τους. Συμμετείχε ενεργά στη διοργάνωση της Ημέρας του Ηθοποιού του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, οργάνωσε κύκλους συνεδρίων και διαλέξεων με την υποστήριξη του ΣΕΗ και του Εθνικού Θεάτρου και χρημάτισε γενικός γραμματέας του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου. Δίδαξε επίσης στο Εθνικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Η τελευταία σκηνοθεσία, με την οποία κλείνει η 47χρονη προσφορά του είναι ο «Οιδίπους Τύραννος» με το Μάνο Κατράκη στον επώνυμο ρόλο, με τον θίασο του Εθνικού Θεάτρου στο θέατρο της Επιδαύρου το 1981.