Ο Ρίτσαρντ Ρόρτυ (1931-2007) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, με δασκάλους τους Rudolph Carnap, Charles Hartshorne και Richard McKeon, και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Yale το 1956. Δίδαξε στο Wellesley College του Princeton, στο University of Virginia και στο Τμήμα Συγκριτικής Λογοτεχνίας του Stanford University.
Θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους του νεοπραγματισμού. Ο Ρόρτυ αρνείται ότι μπορούμε να γνωρίσουμε την αλήθεια. Ανανεώνοντας τη σκέψη του Τζέημς και του Ντιούι υποστηρίζει ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι αν οι ιδέες μας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αλλά αν μας βοηθούν να ζήσουμε σε μια πιο δίκαιη και δημοκρατική κοινωνία βασισμένη στην έννοια της αλληλεγγύης. Στην Πλατωνική και την Καρτεσιανή θεμελιοκρατική παράδοση ο Ρόρτυ αντιπαραθέτει μια πρακτική φιλοσοφία της ελπίδας. Πέθανε στις 8 Ιουνίου 2007, σε ηλικία 75 ετών, από καρκίνο.
Το έργο του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, τα βιβλία: "Philosophy and the Mirror of Nature" (1979), "Consequences of Pragmatism" (1982), "Contingency, Irony, and Solidarity" (1989), "Achieving our Country: Leftist Thought in Twentieth Century America" (1998).
Ο επίκουρος καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος, έγραψε στις "Νέες Εποχές" της εφημερίδας "Το Βήμα" της 17ης Ιουνίου 2007, με αφορμή το θάνατό του: "Οι έρευνές του εκτείνονταν σε ασυνήθιστα πολλούς τομείς, περιλαμβανομένων της φιλοσοφίας της γλώσσας, της επιστημολογίας και της πολιτικής ανάλυσης, ενώ το έργο του φανερώνει επιρροές από ευρύτατο φάσμα ρευμάτων σκέψης, από τον πραγματισμό και τον δαρβινισμό μέχρι τη φιλοσοφία των Χάιντεγκερ και Βιτγκενστάιν και την αμερικανική Αριστερά. Κατά μία παράδοξη έννοια, ο Ρόρτυ ήταν ο λιγότερο αναλυτικός από τους σύγχρονους αμερικανούς φιλοσόφους, με την έννοια ότι προσπάθησε να γεφυρώσει την αγγλοσαξωνική και ιδιαίτερα την αναλυτική με την ηπειρωτική φιλοσοφία. Μάλιστα το έργο του είχε συζητηθεί στους κύκλους της ευρωπαϊκής Αριστεράς και στη Γαλλία, καθώς "συνομιλούσε" με εκείνο των Ντεριντά και Φουκό. Ταυτόχρονα, η φιλοσοφία του διατηρούσε κατ' εξοχήν αμερικανικά στοιχεία, αφενός λόγω της αυτοτοποθέτησής του στο φιλοσοφικό ρεύμα του πραγματισμού του Ντιούι και αφετέρου λόγω ενός ανανεωτικού πνεύματος, χαρακτηριστικού του "Νέου Κόσμου", και της αισιοδοξίας για ένα καλύτερο μέλλον που απέπνεαν τα πιο πολιτικά γραπτά του. [...]"