Ο Dany Laferriere γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1953 στο Πόρτ-ο-Πρένς της Αϊτής. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στο Πετί Γκοάβ με τη γιαγιά του την Ντά, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το μυθιστόρημά του "L'odeur du cafe" ["Η μυρωδιά του καφέ"]. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην Petit Samedi Soir από το 1975, μετά τη δολοφονία του φίλου του Ganer Raymond, έφυγε από τη πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στο Μοντρεάλ του Καναδά. Τη φυγή αυτή την περιγράφει στο έργο του "Le cri des oiseaux fous" ["Tο κελάηδημα των τρελών πουλιών"]. Στο Μoντρεάλ γνωρίζει την επιτυχία το 1985, όταν κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα, "Com-ment faire l'amour avec un negre sans se fatiguer" ["Πώς να κάνετε έρωτα μ' έναν νέγρο χωρίς να κουραστείτε"], το οποίο διασκεύασε για τον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης Jacques Benoit. Ακολουθούν άλλα εννέα μυθιστορήματα. Τα δέκα βιβλία που αποτελούν αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί "μια αμερικάνικη αυτοβιογραφία". Η λογοτεχνική κριτική ακολουθεί την εμπορική επιτυχία. Ο Λαφεριέρ τιμάται με τα βραβεία Carbet (1991), το πρώτο βραβείο Carbet des Lyceens (2000) και το βραβείο RFO du livre (2002) για την επανέκδοση του μυθιστορήματος του "Cette grenade dans la main du jeune negre est-elle une arme ou un fruit?" ["Τούτο το ρόδι ( ή χειροβομβίδα) στο χέρι του νεαρού νέγρου είναι όπλο ή φρούτο;"]. Το 2009 αποσπά το γαλλικό λογοτεχνικό βραβείο Medicis για "Το αίνιγμα του γυρισμού" και το 2013 εκλέγεται µέλος της Γαλλικής Ακαδηµίας. Είναι ο δεύτερος μαύρος συγγραφέας, μετά από τον διακεκριμένο Σενεγαλέζο ποιητή και πολιτικό Λεοπόλντ Σεντάρ Σενγκόρ, που γίνεται µέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο. Διασκεύασε το μυθιστόρημά του "Le gout des jeunes filles" ["Γεύση κοριτσιών"], το οποίο γυρίζεται ταινία το 2004 από τον σκηνοθέτη John L'Ecuyer. Στην πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ο ίδιος ο Λαφεριέρ, "Comment conquerir l'Amerique en une nuit" ["Πώς να κατακτήσετε την Αμερική σε μια νύχτα"], διασταυρώνονται οι δύο "κόσμοι" του Μοντρεάλ και του Πόρτ-ο Πρένς: πρόκειται για ταινία που, όπως λέει ο ίδιος, είναι "στέρεα χτισμένη στο όνειρο και στην πραγματικότητα". Η πρώτη του αυτή ταινία μεγάλου μήκους βραβεύεται στο Φεστιβάλ Ταινιών του Κόσμου στο Μοντρεάλ τον Σεπτέμβριο 2004. Ο Λαφεριέρ έζησε δώδεκα χρόνια στο Μαϊάμι πριν εγκατασταθεί στο Μοντρεάλ το 2002. Όπως εξήγησε στην Pascale Navarro στο πλαίσιο συνέντευξης που δημοσιεύτηκε στο εβδομαδιαίο περιοδικό "Voir" τον Μάρτιο 2000, ο κόσμος του, το "παρόν" του όπως το λέει, "ξεκινά από το Πετί Γκοάβ, φτάνει στο Μοντρεάλ, περνά κατόπιν από τη Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι και το Πόρτ-ο-Πρένς, ξαναγυρνά στο Μαϊάμι και μετά στο Μοντρεάλ κι όλα αυτά γίνονται στην "Aμερική".
Έχει διακριθεί µε πολλά βραβεία και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Γοητεύει µε τη γλώσσα, τη γραφή και το ύφος του. Εντυπωσιάζει με τον τρόπο που προσεγγίζει τις θεματικές της ταυτότητας και της εξορίας.