Μιμίκα Κρανάκη (1922-2008). Η Μιμίκα (Δήμητρα) Κρανάκη γεννήθηκε στη Λαμία, κόρη του αξιωματικού Ιωάννη Κρανάκη και της Δέσποινας το γένος Μακροπούλου -αδερφής των Ιωάννη Μακρόπουλου, υπουργού της αντιβενιζελικής παράταξης και Δημητρίου Μακρόπουλου, μεγαλοεπιχειρηματία-, η οποία πέθανε όταν η συγγραφέας ήταν τεσσάρων χρόνων. Τα παιδικά της χρόνια πέρασε στην Αθήνα κοντά στους αδερφούς της μητέρας της. Φοίτησε στο Παρθεναγωγείο του Ελληνικού Εκπαιδευτικού Συνδέσμου και στο Αρσάκειο και σπούδασε νομική και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1937-1942) και πιάνο και αρμονία στο Ωδείο Αθηνών (1942-1945). Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας συνελήφθη για συμμετοχή σε αντιδικτατορικές εκδηλώσεις (1937 και 1939), ενώ κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ και στη συνέχεια στο Κ.Κ.Ε., από όπου διαγράφτηκε το 1947 μαζί με τους Κώστα Παπαϊωάννου και Άδωνι Κύρου. Τον Δεκέμβριο του 1945 ανέβηκε, μαζί με άλλους νέους Έλληνες επιστήμονες και καλλιτέχνες, στο πλοίο "Ματαρόα" και με τη βοήθεια υποτροφίας του Γαλλικού Ινστιτούτου έφυγε για τη Γαλλία. Έκτοτε έζησε στο Παρίσι, όπου σπούδασε φιλοσοφία με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, πραγματοποίησε έρευνα στο C.R.N.S. (1949-1957), και μετά από την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής της με τίτλο "Emil Lask et le neocantisme" εργάστηκε ως καθηγήτρια γερμανικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Nanterre (1967-1985) και απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα. Υπήρξε επίσης συνεργάτιδα του τηλεοπτικού σταθμού "France - Culture". Παντρεύτηκε το συγγραφέα και καθηγητή φιλοσοφίας Yvon Belaval, από τον οποίο χώρισε το 1967. Στο χώρο των γραμμάτων πρωτοεμφανίστηκε το 1933 με δημοσιεύσεις ποιημάτων στο περιοδικό "Διάπλασις των Παίδων", ενώ το 1944 και το 1945 δημοσίευσε δύο κοινωνιολογικές μελέτες στο Αρχείο Κοινωνιολογίας και Θεωρίας των Επιστημών. Το 1947 εξέδωσε στην Αθήνα το μυθιστόρημά της "Contre temps" (γραμμένο στο ελληνικά στο Παρίσι) και τρία χρόνια αργότερα τη συλλογή από νουβέλες "Τσίρκο". Μετά την εγκατάστασή της στο Παρίσι πραγματοποίησε δημοσιεύσεις, μεταφράσεις και εκδόσεις στα γαλλικά. Η τελευταία της εμφάνιση στο χώρο της ελληνόφωνης λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1993 με την έκδοση του μυθιστορήματος "Φιλέλληνες" ("Είκοσι τέσσερα γράμματα μιας Οδύσσειας"). Το 2003 στο περιοδικό "Διαβάζω", και στη συνέχεια το 2004, σε μορφή βιβλίου, εξέδωσε δώδεκα αυτοβιογραφικά κείμενα με τίτλο "Αυτογραφία" (εκδ. Ίκαρος). Η Μιμίκα Κρανάκη ανήκει στους έλληνες πεζογράφους της μεταπολεμικής γενιάς, ειδικότερα σ’εκείνους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα λόγω πολιτικών φρονημάτων και έκτοτε έζησαν ή ζουν σε χώρες της Ευρώπης. Το ελληνόφωνο πεζογραφικό έργο της κινείται στα όρια ανάμεσα στη ρεαλιστική και τη νεωτερική γραφή με έντονη παρουσία στοιχείων λυρικής και μουσικής διάστασης του λόγου. Στους "Φιλέλληνες", η Κρανάκη εξετάζει το θέμα της νοσταλγίας των ελλήνων διανοουμένων του εξωτερικού και της ιδιότυπης σχέσης τους με τη νεοελληνική πραγματικότητα. Πέθανε στο Παρίσι τον Απρίλιο του 2008. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Μιμίκας Κρανάκη βλ. χ.σ., "Κρανάκη Μιμίκα", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986, Κοτζιά Ελισσάβετ, "Μιμίκα Κρανάκη", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67", τ. Ε΄, σ.8-25, Αθήνα, Σοκόλης, 1988 και Κούρτοβικ Δημοσθένης, "Μιμίκα Κρανάκη", στο "Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς: ένας κριτικός οδηγός", σ.130-131, Αθήνα, Πατάκης, 1995.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).