O Τζον Μέιναρντ Κέινς (1883-1946) γεννήθηκε στο Κέιμπριτζ της Μεγάλης Βρετανίας, στις 5 Ιουνίου του 1883. Ο πατέρας του ήταν λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, ενώ η μητέρα του εργαζόταν ως κοινωνική λειτουργός. Με τη στήριξη των γονιών του, που πίστευαν πολύ στις ικανότητες του πρωτότοκου γιου τους, ο Κέινς κατάφερε να κερδίσει υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Ίτον, όπου σπούδασε μαθηματικά και ιστορία, ενώ το 1902 μεταφέρθηκε στο Κολέγιο Κινγκ του Κέιμπριτζ, όπου το ενδιαφέρον του στράφηκε αποκλειστικά στα μαθηματικά. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε για ένα διάστημα στο Γραφείο των Ινδιών, όμως το 1908 επέστρεψε στο Κέιμπριτζ για να μελετήσει οικονομικές και φιλοσοφικές θεωρίες, μετά την προτροπή του διάσημου οικονομολόγου Άλφρεντ Μάρσαλ. Σύντομα, άρχισε να δημοσιεύει άρθρα του σε έγκυρα περιοδικά, ενώ το 1913 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο, "Indian Currency and Finance". Το 1911 ανέλαβε επιμελητής της έκδοσης "Economic Journal", ενώ κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κέινς άρχισε να εργάζεται ως γραμματέας της Βασιλικής Οικονομικής Εταιρείας, θέση η οποία του επέτρεψε μάλιστα να παρευρεθεί στη διάσκεψη της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Έπειτα από τη λήξη του πολέμου, οι μελέτες του επικεντρώθηκαν στη διερεύνηση της θεωρίας των πιθανοτήτων, ενώ το 1919 εξέδωσε τις "Οικονομικές συνέπειες της ειρήνης", το οποίο θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα έργα του. Την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης, ο Κέινς συνέβαλε σημαντικά στην αντιμετώπισή της συνεργαζόμενους με διάφορους φορείς, ενώ το 1936 εξέδωσε τη "Γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος". Συνέχισε να εργάζεται πάνω στις οικονομικές του θεωρίες, ακόμη και στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και το 1942 τιμήθηκε από τη Βουλή των Λόρδων για τη συνολική προσφορά του. Απεβίωσε το 1946. Σήμερα θεωρείται, αναμφίβολα, ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους της σύγχρονης εποχής, και ανακηρύχθηκε σε πρόσφατη δημοσκόπηση μεταξύ οικονομολόγων, οικονομολόγος της χιλιετίας.
(Πηγή: εφημερίδα "Το Βήμα")