Μέλος μιας πλειάδας Γάλλων βυζαντινολόγων που έδωσαν σημαντική ώθηση στις Βυζαντινές σπουδές, ο Αλφρέδος Νικόλαος Ραμπώ (1842-1905) συγκαταλέγεται
χάρη στην ευρύτητα, την ποικιλία και την επιστημονική σπουδαιότητα του συνολικού έργου του, στους κορυφαίους Γάλλους ιστορικούς του ιδιαίτερα γόνιμου από αυτή την άποψη 19ου αιώνα. Το πολύπλευρο της προσωπικότητάς του αποτυπώνεται στην ενασχόλησή του -πάντοτε με ιδιαίτερη επιτυχία- με ευρέως αποκλίνοντα ιστορικά αντικείμενα, αλλά και στην παράλληλη επίδοση του στην πολιτική. Στο τελευταίο αυτό πεδίο μπορούν να επισημανθούν η συμμετοχή του ως επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου επί της κυβερνήσεως Ζυλ Φερύ, οι δύο θητείες του ως υπουργού Παιδείας και η εκλογή του ως γερουσιαστή το 1895. Στον ακαδημαϊκό τομέα, εξάλλου, ο Ραμπώ χρημάτισε καθηγητής στα πανεπιστήμια της Καέν, του Νανσί και των Παρισίων. Είναι αξιοσημείωτο ότι η έδρα της Σύγχρονης Ιστορίας στη Σορβόνη δημιουργήθηκε ειδικά γι' αυτόν (1883). Επιστέγασμα των διακρίσεων των οποίων έτυχε στον επιστημονικό τομέα υπήρξε η εκλογή του ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1897. Το πρώτο σημαντικό έργο του Ραμπώ ήταν η διπλωματική του εργασία με τίτλο "Η Ελληνική Αυτοκρατορία τον 10ο αιώνα. Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος". Ο Ραμπώ
εκπόνησε και μια διπλωματική εργασία στη λατινική με θέμα που αφορούσε επίσης στο Βυζάντιο: "Περί του Βυζαντινού Ιπποδρόμου". Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα έργα του χαρακτηρίζονται «από έντιμη ευρυμάθεια, οξυδέρκεια
και σαφήνεια». Οι μελέτες του επί της βυζαντινής ιστορίας θεωρούνται ως «μείζων συμβολή», όπως, άλλωστε, βεβαιώνει και η σημαντική επιρροή και η επίδραση που άσκησε στους μεταγενέστερους, με κύριο αποδέκτη τον Κάρολο Ντηλ.